Πέμπτη 28 Απριλίου 2011

εδώ στη γωνίτσα μου...




Πολλές φορές σκέφτομαι να πιάσω το μολύβι,
να γράψω, αλλά και πάλι λέω 
πρέπει να ΄χεις το χάρισμα της γραφής.
Τι θα μπορούσα να γράψω, όλα είναι κοιμισμένα,
μουδιασμένα, είναι η κατάσταση, 
το μαύρο σκοτάδι που μας έχει απ' ολούθε κυριεύσει
ή η πληθώρα γραφών που μ' έχει...
τι μπορεί να γράψω εγώ, ποιητές, πεζογράφοι... 

Ναι, ναι τα δικά μου, χρειάζεται δύναμη ή τόλμη
ακόμα και τα δικά μου, γι αυτό τ' αφήνω κοιμισμένα
σε τούτα τα πολύχρωμα λιβάδια, 
μπορεί να πάρουν χρώμα
και να ξυπνήσουν κάποια στιγμή...






















Παρασκευή 15 Απριλίου 2011

Ἓν ἄνθος










Καὶ στὴν Ἀκρόποληστὸ βράχο
τὸν Ἱερὸ
ἓν ἄνθος φύτρωσε μονάχο
χλωρὸ χλωρό.
Ἓν ἄνθος ὅμοιο μὲ ἀνεμώνη
π
εραστική
ἀθώρητο σ᾿ ποιον σιμώνει
στὰ ὕψη ἐκεῖ.
Τὰ μάτια ἀνοίγοντ᾿ ἐκεῖ πέρα
καθὼς βρεθοῦν,
καὶ μὲ τὸν ξάστερον αἰθέρα
σμίγουνμεθοῦν.
Ἐκεῖ θαμπώνουνε τὰ μάτια
σκόρπια μπροστὰ
καμένα λείψανακομμάτια
λαχταριστά.
Κ᾿  φαντασία ἀμέσως βλέπει
 μαγικὴ
γυμνὴ καὶ δίχως καμιὰ σκέπη
πάνου ἐκεῖ
τὴν Ὀμορφιά, ποὺ τρισμεγάλη,
π
αντοτεινή,
μέσ᾿ π᾿ τὸ μάρμαρο προβάλλει
καὶ δὲν πονεῖ.
Καὶ κάθεται σὲ δόξας θρόνο,
καὶ δὲ γελᾶ,
δὲν κλαίει καὶ δὲν πλανᾶ καὶ μόνο
φεγγοβολᾶ!
Καὶ στὴν Ἀκρόποληστὸ βράχο
τὸν Ἱερὸ
ξανοίγω τἄνθος τὸ μοναχὸ
καὶ τὸ ρωτῶ:

Ἄνθος, ποὺ μοιάζεις μὲ ἀνεμώνη
π
εραστική,
π
οιὰ μοίρα σ᾿ ἔρριξε ἐδῶμόνη
καὶ φτωχική;
Ἐδῶ π τἄστρα  Τέχνη φτάνει,
καὶ λάμπει  γῆ,
κ᾿ πλασε  Φύση ἐσὲ βοτάνι
γιὰ μίαν αὐγή.
Ἐδῶ δὲν ἔρχεται  παρθένα
 γελαστὴ
γιὰ νὰ σὲ κόψη καὶ μ᾿ ἐσένα
νὰ στολιστῆ.
Ἐδῶ μ᾿ εὐλάβεια καὶ τὸ ἀγέρι
μόλις φυσᾶ
π
οτὲ σ᾿ ἐσὲ δὲν ἔχει φέρει
λόγια χρυσά,
γλυκὰ φιλιὰ π τὰ ταιράκια
κι π Ὀμορφιὲς
δὲν ἔχεις ἄλλα λουλουδάκια
γιὰ συντροφιές.
 Παρθενώνας μὲ φεγγάρι
τὴ νύχτα ἐδῶ
νικάει στὴ δόξα καὶ στὴ χάρη
τὸν οὐρανό.
Κ᾿ οἱ ἕξι ἀλύγιστες Παρθένες
στέκουν κι αὐτὲς
λαμπρόστηθες καὶ λαβωμένες
καὶ λατρευτές.
Κι ἀγάλματα, πέτρεςκολῶνες
χωρὶς χαρὰ
σκόρπια τὰ βλέπουν οἱ αἰῶνες
καὶ παγερά.
Σμίγουν ἐδῶ θεοὶ καὶ χρόνοι
π
αλιοίχρυσοί.
Ἐδῶφτωχήκρυφὴ ἀνεμώνη,
τί θὲς ἐσύ; -
Καὶ στὴν Ἀκρόποληστὸ βράχο
δειλὰ δειλὰ
μὲ βλέπει τἄνθος τὸ μονάχο
καὶ μοῦ μιλᾶ:
Ἐγὼ εἶμαι τἄνθος τὸ παρθένο
καὶ τὸ κρυφὸ
π τὸν κόσμο μακρυσμένο
τὸ φῶς ρουφῶ.
Κι ἀνθῶ καὶ χαίρομαι τὰ κάλλη
π
οὺ ἔχ᾿  ζωὴ
μακριὰ π᾿ τὰ πλήθη κι π᾿ τὴ ζάλη
κι π᾿ τὴ βοή.
Κι π τοῦ κάμπου τἄνθη τἄλλα
στέκω μακριά,
δειλόλογόζωομιὰ στάλα,
μέσ᾿ στὴ σκιά.
Μέσ᾿ στὴ σκιὰ ποὺ ρίχνει ἐμπρός μου
μιὰ πέτρα πλὴ
ξεχνῶ τὴν ψεύτική του κόσμου
φεγγοβολή.
Κι ἀγνώριστοκι ἀχνό
μιὰ στάλα,ζῶ ταιριαστὰ
μὲ τὰ λαμπράμὲ τὰ μεγάλα,
μὲ τἀκουστά.
Γιατί στὸν κόσμο εἶναι ζευγάρι
χαρὰ τοῦ νοῦ
καὶ  δόξα τοῦ τρανοῦ κ᾿  χάρη
τοῦ ταπεινοῦ.
Γιατί στὸν κόσμο - ἄκου καὶ τάλλο -
καὶ στὸν καιρὸ
δὲν εἶναι τίποτα μεγάλο,
οὔτε μικρό.
Γιατί σὰν τἄστρο φῶς ἀφίνει
καὶ τὸ ξανθὸ
τἄνθοςγιατί καὶ τἄστρο σβύνει
σὰν τὸν ἀνθό.
Κι  Παρθενώνας φεγγοβόλος
π
οὺ ἐδῶ θωρῶ
ἐρείπιον εἶναιἐρείπιον ὅλος
λυπητερό.
Ἐνῶ σ᾿ ἐμένα φτωχὰ νιάτα,
διαβατικά,
ὅλα εἶν᾿ πείραχταδροσάτα,
κι ἁρμονικά.
Ἐγὼ εἶμαι τἄνθος ποὺ κρυμμένο,
τρεμουλιαστό,
μὲ δροσοδάκρυα ραντισμένο
καὶ γελαστό,
μέσα στὰ κάλληστὴ γαλήνη
τὴ ζωντανὴ
π
οὺ  Τέχνη πλώνει καὶ ποὺ ἀφίνει
π
αντοτεινή,
σκορπίζω μίαν ἀνατριχίλα,
μιὰ νέα ζωή,
σά μου χαιδεύει τἀχνᾶ φύλλα
αὔρας πνοή.
Καὶ τὰ λιθάρια τἀκουσμένα
καὶ τὰ παλιὰ
νομίζεις παίρνουν κι π μένα
φεγγοβολιά.
Καὶ κοίτακαθεμιὰ Καρυάτις
π
οὺ καρτερεῖ
καὶ στέκει μὲ τὴν ὀμορφιά της
τὴ λαμπερὴ
καὶ τίποτε δὲν ἔχει πλάνο
κι ἀνθρωπινό,
μοῦ φανερώνει, πρὶν πεθάνω
τὸν οὐρανό.
Καὶ κοίτακαθεμιὰ Καρυάτις
γλυκὰ γλυκὰ
θαρρῶ μὲ βλέπει στὰ ὄνειρά της
τὰ μυστικά.
Ἐδῶ στὴ δόξα τῶν αἰώνων,
στὸ φῶς τοῦ νοῦ,
π
οὺ στέκεις  Ὀμορφιὰ σὲ θρόνον,
ἄστρο οὐρανοῦ,
ἐδῶ στὴν ἔρμη ἀθανασία,
εἶμαι  καρδιά,
 νιοτ᾿  ἀγάπη κ᾿  θυσία,
καὶ  μυρουδιὰ
κάποιας παράδεισοςμαζί σου
μὲ δένει τί;
τί ἄλλο ἀκόμα; - Εἶμαι  ψυχή σου,
Ποιητή!

Kωστής Παλαμάς